Και οι ασφαλιστές έχουν ψυχή...

Οι ασφαλιστές είναι επαγγελματίες στους οποίους απευθυνόμαστε για να  μας προσφέρουν ένα ανταγωνιστικό πρόγραμμα εξασφάλισης για μια μελλοντικά δύσκολη στιγμή και τους οποίους θυμόμαστε όταν αυτή η δύσκολη στιγμή έχει έρθει.


Αυτό που περιμένει κάποιος από τον ασφαλιστή του είναι να είναι αξιόπιστος στις πληροφορίες για τα προγράμματα που του προσφέρει, καθώς και συνεπής και διαθέσιμος όταν χρειαστεί να ενεργοποιήσει τις υπηρεσίες του προγράμματος που έχει. Με άλλα λόγια, ο ασφαλισμένος θέλει έναν άνθρωπο εμπιστοσύνης, έναν «δικό του» άνθρωπο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότεροι ασφαλιστές ξεκινάνε την προσέλκυση πελατών από το συγγενικό και φιλικό τους  κύκλο. Η ιδέα ότι ένας «δικός μας» άνθρωπος θα μας προσέξει στη δύσκολη ώρα και δεν θα μας εκμεταλλευτεί, είναι πρωτεύουσας σημασίας. Αυτό που ουσιαστικά «αγοράζει» ο ασφαλιζόμενος είναι η αίσθηση της ασφάλειας ότι κάποιος θα τον φροντίσει όταν θα είναι ευάλωτος.

Οι ασφαλιστές έρχονται συχνά αντιμέτωποι με τη  δυσπιστία των ανθρώπων προς τις ασφαλιστικές εταιρείες και για αυτό όταν προσπαθούν να προωθήσουν ένα πρόγραμμα, στην  πλειοψηφία των περιπτώσεων συναντάνε αρνήσεις και απόρριψη. Στους ασφαλιστές συχνά προβάλλονται όλα τα παράπονα και δυσφορία των ανθρώπων για ένα ευρύτερο περιβάλλον αβεβαιότητας και  ανασφάλειας. Δεν είναι πάντα  εύκολο κάποιος να μην  εισπράξει και σε ένα προσωπικό επίπεδο όλη αυτή απόρριψη και δυσπιστία.

Επίσης, είναι  πολύ δύσκολο έως αδύνατο να φροντίσεις κάποιον όταν ο ίδιος νιώθεις καταπονημένος ή ανασφαλής. Ένας ασφαλιστής εκτός από δεξιότητες πωλητή χρειάζεται να έχει και δεξιότητες συμβουλευτικής. Για παράδειγμα, είναι απαραίτητο να έχει ανεπτυγμένη  ενσυναίσθηση – την ικανότητα δηλαδή να μπει στην θέση του ασφαλιζόμενου του και να δει την κατάσταση από την δική του θέση.

Το επάγγελμα του ασφαλιστή συγκαταλέγεται τα τελευταία χρόνια μεταξύ εκείνων που παρουσιάζουν σχετικά υψηλά ποσοστά επαγγελματικής εξουθένωσης. Το Σύνδρομο Επαγγελματικής Εξουθένωσης είναι μια ακραία κατάσταση ψυχολογικής έντασης  που προέρχεται από μακροχρόνια έκθεση σε στρεσογόνους επαγγελματικούς παράγοντες και η οποία ξεπερνάει την ικανότητα του ατόμου να την διαχειριστεί. Το σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης εκφράζεται συνήθως σε 3 βασικές διαστάσεις: α/ ως αίσθηση εξουθένωσης στη διαχείριση περιστατικών β/ ως αποστασιοποίηση και κυνισμός στην αντιμετώπιση κάθε ξεχωριστής περίπτωσης και γ/ ως αίσθηση αναποτελεσματικότητας στην εργασία και απουσία ικανοποίησης από αυτή. Πολλές φορές μάλιστα οι επαγγελματίες βιώνουν τα παραπάνω με την χρονική ακολουθία που παρατέθηκαν.

Ένας ασφαλιστής μπορεί να βρεθεί στη θέση από τη μια μεριά  να συμπιέζεται από τις απαιτήσεις της εταιρείας του να πετύχει συγκεκριμένους στόχους και από την άλλη μεριά από τις ανάγκες και τη συχνή επαφή με πελάτες του που βιώνουν ιδιαίτερα στρεσογόνες περιστάσεις (π.χ. σοβαρά θέματα υγείας, ατυχήματα, φυσικές καταστροφές κά.). Η  στιγμή που ο ασφαλισμένος  θα χρειαστεί τον ασφαλιστή του είναι για αυτόν μοναδική, και έχει την προσδοκία και την απαίτηση να τον φροντίσει ως «δικός του άνθρωπος». Όταν νιώθουμε ευάλωτοι, παρορμητικά μπαίνουμε στη θέση του παιδιού και τοποθετούμε τον άλλον σε γονεϊκή θέση,  προσδοκώντας να κάνει κάτι για να μας καθησυχάσει τους φόβους και να μας παράσχει μεταξύ άλλων και κάποιου είδους συναισθηματική ασφάλεια. Όταν ο ίδιος ο ασφαλιστής είναι επαγγελματικά εξουθενωμένος, απορροφώντας το άγχος πολλών πελατών του στις πιο δύσκολες στιγμές τους,  ενώ ταυτόχρονα βιώνει και την πίεση της εταιρείας του για επίτευξη στόχων, είναι πιθανόν να αρχίσει να αντιμετωπίζει με κυνισμό και αδιαφορία τους πελάτες του ενώ μπορεί επίσης να έχει και την πρόσθετη αίσθηση αναποτελεσματικότητας στο ρόλο του  ή ακόμα και απώλειας νοήματος σε σχέση με αυτό που κάνει. Δεν είναι δε καθόλου απίθανο, ένας ασφαλιστής που βιώνει όλα τα παραπάνω, παράλληλα να βιώνει και στην προσωπική του ζωή επιβαρυντικά γεγονότα που τον φορτίζουν και τον απομυζούν συναισθηματικά. Όλα τα παραπάνω μπορούν να διαμορφώσουν φαύλους κύκλους που συχνά εκτός από κόστος στην επαγγελματική πορεία ενός ασφαλιστή μπορεί κάποια στιγμή να έχουν κόστος και στην ψυχική του υγεία. Για παράδειγμα, καταθλιπτικά συμπτώματα, απόσυρση από οικείες σχέσεις και αποξένωση, καταφυγή στην κατάχρηση αλκοόλ και άλλων ψυχοτρόπων ουσιών.

Συχνά, με τον χώρο των ασφαλειών ασχολούνται άνθρωποι που αναζητούν μια δεύτερη εργασία ή μπαίνουν στο χώρο παροδικά. Ασφαλιστές που σταδιοδρομούν στο χώρο χρειάζεται να  διαθέτουν αυξημένες δεξιότητες συμβουλευτικής και επικοινωνίας καθώς όμως και μια ενεργητική στάση ως προς την φροντίδα της προσωπικής τους ισορροπίας και ψυχικής υγείας. Για να φροντίσει κάποιος τους άλλους και να τους παρέχει ασφάλεια, χρειάζεται πρώτα από  όλα να έχει φροντίσει τον εαυτό του και να νιώθει επαρκώς και ουσιαστικά ασφαλής. Η έννοια της συνεχούς ανατροφοδότησης των ασφαλιστών όχι μόνο σε θέματα ασφαλιστικά αλλά και σε δεξιότητες  επικοινωνίας και συμβουλευτικής αλλά και η μέριμνα για την προσωπική ανάπτυξη των ασφαλιστών και την ψυχική τους υγεία, χρήσιμο είναι να βρίσκεται τόσο μέσα στις πολιτικές προσωπικού των ασφαλιστικών εταιριών όσο και στην ατομική επαγγελματική συνείδηση των επαγγελματιών του χώρου.

(το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε σε newsletter  ένωσης ασφαλιστών κατόπιν αιτήματός τους)